- ἰσάξιοι
- ἰσάξιοςof equal worthmasc/fem nom/voc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κίροφ-Μαρίινσκι, μπαλέτα — Ρωσικό χορευτικό συγκρότημα, μέλος του Θεάτρου Μαρίινσκι, διάσημο για το κλασικό ρεπερτόριό του και για τους καλλιτέχνες με τους οποίους έχει συνεργαστεί. Τα μπαλέτα Κ. Μ. έχουν τις ρίζες τους στη σχολή χορού η οποία είχε ιδρυθεί στην Αγία… … Dictionary of Greek
Κόρινθος — Πόλη (υψόμ. 10 μ., 29.787 κάτ.) και πρωτεύουσα του νομού Κορινθίας. Βρίσκεται στον μυχό του Κορινθιακού κόλπου, στην εθνική οδό Αθηνών Πατρών, σε απόσταση 84 χλμ. από την Αθήνα. Αποτελεί έδρα του δήμου Κορινθίων. Ιδρύθηκε το 1858, όταν… … Dictionary of Greek
ισάξιος — α, ο επίρρ. α 1. αυτός που έχει ίση αξία με κάποιον άλλο: Αναδείχτηκαν ισάξιοι. 2. αντάξιος: Ισάξιος του πατέρα του … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)